ΟΞΕΙΑ ΡΙΝΟΚΟΛΠΙΤΙΔΑ (πιο γνωστή στο ευρύ κοινό ως ιγμορίτιδα)
Η οξεία ρινοκολπίτιδα (γνωστή στο ευρύ κοινό ως ιγμορίτιδα) είναι μια βακτηριακή φλεγμονή των παραρρινίων κόλπων που διαρκεί λιγότερο από τέσσερις εβδομάδες συχνά χαρακτηρίζεται από μια αύξηση των συμπτωμάτων κατά τη διάρκεια της δεύτερης εβδομάδας μετά από μια λοίμωξη του ανώτερου αναπνευστικού οπότε και η φαρυγγαλγία και τα λαρυγγικά συμπτώματα αρχίσουν να αποδρομούν. Η παρουσία ρινικής συμφόρησης, προσωπαλγίας, κεφαλαλγίας και οπισθορινικής καταρροής είναι μια ένδειξη πως η οξεία ρινοκολπίτιδα έχει επέλθει μετά από μία ιογενή φλεγμονή.
ΧΡΟΝΙΑ ΡΙΝΟΚΟΛΠΙΤΙΔΑ (πιο γνωστή στο ευρύ κοινό ως ιγμορίτιδα)
Η χρόνια ρινοκολπίτιδα ορίζεται ως φλεγμονή που προκαλεί ρινικά συμπτώματα για περισσότερους από 3 μήνες, είναι συχνότερα το αποτέλεσμα επίκτητης ή συγγενούς ανατομικής ανωμαλίας περισσότερο από ότι μιας οξείας ρινοκολπίτιδας . Η χρόνια φλεγμονή μπορεί να προκαλέσει αλλαγές στο βλεννογόνο και το οστέινο τοίχωμα των κόλπων που οδηγεί σε επιμήκυνση της νόσου. Η χειρουργική επέμβαση συχνά ενδείκνυται στη θεραπεία της χρόνιας ρινοκολπίτιδος η οποία είναι ανθεκτική σε επιθετική φαρμακευτική θεραπεία.
Διάγνωση
Η σύγχρονη άποψη είναι πως ρινοκολπίτιδα χαρακτηρίζουμε τη φλεγμονή της μύτης και των παραρρινίων κόλπων όπου συνυπάρχουν δύο ή περισσότερα συμπτώματα ένα εκ των οποίων πρέπει να είναι:
- αίσθημα ρινικής απόφραξης ή συμφόρησης και πρόσθιας ή οπισθορινικής καταρροής με κρίσεις
- προσωπαλγία ή αίσθημα πληρότητας του προσώπου
- μείωση όσφρησης
και επιπρόσθετα είτε να υπάρχουν χαρακτηριστικά ενδοσκοπικά ευρήματα, είτε να διαπιστώνονται οι αλλοιώσεις στην αξονική τομογραφία.
Γενικά
Η ρινοκολπίτιδα είναι η πιο κοινή νόσος των παραρρινίων κόλπων και επηρεάζει περίπου 14% του πληθυσμού ετησίως. Η κατάλληλη θεραπεία και διάγνωση της ρινοκολπίτιδας είναι επομένως απαραίτητη. Οι παραρρίνιοι κόλποι είναι δομές επικαλυμμένες με βλεννογόνο ο οποίος είναι συνεχόμενος με την ρινική κοιλότητα. Έχουν σπουδαία λειτουργία όπως 1. Δρουν ως αντηχεία για τη φωνή, 2. Προστατεύουν τον εγκέφαλο από τραύμα, 3. Ενυδατώνουν τον εισπνεόμενο αέρα, 4. Μειώνουν το βάρος του προσωπικού κρανίου. Όποια και να είναι η λειτουργία τους όμως οι λοιμώξεις των κόλπων έχουν πολύ συχνά ως αποτέλεσμα πόνο και συμφόρηση.
Ανατομία των παραρρινίων κόλπων
Η γνώση της ανατομίας των παραρρινίων κόλπων είναι απαραίτητη για την κατανόηση της φυσιολογίας, παθολογίας, των πιθανών επιπλοκών και της χειρουργικής αποκατάστασης της φλεγμονής. Προσθίως, η ρινική κοιλότητα ανοίγει προς το εξωτερικό περιβάλλον μέσω ενός χωνοειδούς ανοίγματος . Πιο πίσω, η κάτω ρινική κόγχη μπορεί εύκολα να παρατηρηθεί επί τα εντός του πλάγιου ρινικού τοιχώματος. Ο ρινοδακρυικός πόρος εκβάλει εις τον κάτω ρινικό πόρο, επί τα εντός της κάτω ρινικής κόγχης. Πάνω από την κάτω ρινική κόγχη η μέση ρινική κόγχη κρέμεται από την ανάρτηση της στη βάση του κρανίου. Έσω της μέσης χρονικής κόγχης η ηθμοειδής οστεοκύστη, που είναι η περισσότερο πρόσθια ρινική κυψέλη, μπορεί να αναγνωριστεί. Μπροστά και κάτω από την οστεοκύστη σχηματίζεται ηθμοειδής χώνη που λειτουργεί σαν παροχέτευση των πρόσθιων κυψελών του ιγμορείου και του μετωπιαίου κόλπου. Το μηνοειδές σχίσμα είναι ένα άνοιγμα της ηθμοειδούς χώνης προς την μύτη.
Το σύμπλεγμα των κόλπων και πόρων που περιλαμβάνει όλα τα στόμια που εκβάλλουν μέσα στο μέσο ρινικό πόρο είναι μια ανατομικά καθορισμένη περιοχή η οποία είναι ευάλωτη στη συμφόρηση. Επιπλέον, οι πόροι είναι αρκετά στενοί. Η λειτουργική διάμετρος του πόρου του ιγμόρειου είναι μόνο 2-4mm και το στόμιο των ηθμοειδών κυψελών είναι ακόμα μικρότερο. Πίσω και άνω της μέσης ρινικής κόγχης βρίσκεται σε ορισμένα άτομα η ανώτερη ρινική κόγχη. Ο σφηνοειδής και τα οπίσθια ηθμοειδή εκβάλλουν μέσα στο σφηνοηθμοειδές κόλπωμα, πίσω και έσω της πρόσφυσης της άνω κόγχης. Η σχέση των παραρρινίων κόλπων με τον εγκέφαλο και τον κόγχο είναι ιδιαίτερης σημασίας. Άνω και έσω, το τετριμμένο πέταλο του ηθμοειδούς οστού αποτελεί την οροφή της ρινικής κοιλότητας και το έδαφος του πρόσθιου κρανιακού βόθρου. Περισσότερο επί τα εκτός, οι ηθμοειδής κυψέλες ξεχωρίζουν από τον πρόσθιο κρανιακό βόθρο από την fovea ethmoidalis, η οποία είναι τμήμα του μετωπιαίου οστού.
Το ιδιαίτερα λεπτό παπυρώδες πέταλο του ηθμοειδούς οστού χωρίζει τις ηθμοειδής κυψέλες από τον οφθαλμό και αποτελεί μια δίοδο για τις φλεγμονές των κόλπων προς τον κόγχο. Όταν το ευαίσθητο σύμπλεγμα επινεμεθεί από φλεγμονή, μια λοίμωξη των κόλπων μπορεί να συμβεί. Τυπικά, η φλεγμονή του βλεννογόνου προκαλεί η παρεμπόδιση των πόρων των κόλπων και του φυσιολογικό σύστημα κίνησης των κροσσών διαταράσσεται, προκαλώντας το ιδανικό περιβάλλον για τα μικρόβια. Επιπρόσθετα, πολλοί ασθενείς εμφανίζουν ρινική πολυποδίαση η οποία οδηγεί σε ρινική απόφραξη.
Παθογένεση της φλεγμονής
Η ανατομία των κόλπων δεν βοηθά την παθητική ροή των πόρων με τη βαρύτητα και για αυτό η κίνηση των κροσσών του βλεννογόνου πρέπει να λειτουργήσει σωστά. Δίχως τη σωστή και συνεχή κίνηση της βλέννης από τους κόλπους στη μύτη, αυτή συσσωρεύεται και η φλεγμονή είναι αναπόφευκτη. Αυτό φαίνεται πρόδηλα στο σύνδρομο Kartagener, το οποίο χαρακτηρίζεται από μία φυσιολογική κίνηση των κροσσών. Οι κροσσοί του ιγμόρειου σπρώχνουν τη βλέννη προς το φυσιολογικό στόμιο του Κόλπου και αυτό εξηγεί γιατί μεγάλα ανοίγματα εις το ιγμόρειο άντρο σε θέσεις άλλες από το φυσιολογικό του στόμιο δεν είναι αποτελεσματικά για την κάθαρση του κόλπου. Η οξεία φλεγμονή μπορεί να αρχίσει με οίδημα του βλεννογόνου της μύτης με αποτέλεσμα μπλοκάρισμα των στομίων των κόλπων, το οποίο προκαλεί στάση και φλεγμονή. Τα συχνότερα μικρόβια, που είναι υπεύθυνα για την οξεία ρινοκολπίτιδα είναι ο Str. Pneumoniae, Haemophilus infl. Και Moraxella cat.
Πορεία
Η χρόνια ρινοκολπίτιδα αρχίζει από μια χρόνια φλεγμονή του βλεννογόνου των παραρρινίων κόλπων και συχνά προκαλείται από μικρόβια διαφορετικά από τα μικρόβια της οξείας ρινοκολπίτιδας. Εργαστηριακές μελέτες στις οποίες έγινε καλλιέργεια από μικρόβια του βλεννογόνου κατά τη διάρκεια ενδοσκοπικών επεμβάσεων έδειξαν υψηλό ποσοστό coagulase-negative Staphylococci, Staphylococcus aureus και Streptococcus viridans. Επίσης, απομονώθηκαν Corynebacterium και αναερόβια. Επίσης, οι μύκητες μπορεί να προκαλέσουν φλεγμονές στους παραρρίνιους προκαλώντας μεγάλο εύρος ασθενειών. Πολλά είδη, όπως Mucor μπορούν να προκαλέσουν διηθητική μυκητίαση. Οξεία διηθητική μυκητίαση θα συναντήσουμε περισσότερο σε διαβητικούς οι ανοσοανεπαρκείς ασθενείς και χαρακτηρίζεται από μια ραγδαία εξελισσόμενη πορεία.
Η βάση του κρανίου και ο οφθαλμός πολύ συχνά διηθούνται και γι’αυτό το λόγο απαιτείται επιθετική χειρουργική και φαρμακευτική θεραπεία. Οι μύκητες πολύ συχνά ενεργοποιούν αντίδραση του αμυντικού συστήματος από το ρινικό βλεννογόνο, με αποτέλεσμα την αλλεργική μυκητιασική ρινοκολπίτιδα . Χαρακτηριστικά, πολυποειδής ιστός παρατηρείται μπροστά από μία μάζα που περιέχει βλέννη και στοιχεία μυκήτων, κρυστάλλους Charcot-Leyden και ηωσινόφιλα. Η αναδιαμόρφωση του τοιχώματος του οστού είναι ο ακρογωνιαίος λίθος της στα χαρακτηριστικά αυτής της διαδικασίας. Ακόμα και σε αυτήν την μη διηθητική μικροβιακή λοίμωξη η θεραπεία είναι το χειρουργείο με την ανοσοθεραπεία ως μια κρίσιμη βοήθεια.
Ρινοπλύσεις
Οι ρινοπλύσεις είναι ένα βασικό στοιχείο στη θεραπεία και στην πρόληψη κυρίως της ρινοκολπίτιδας. Πολύ συχνές πλύσεις με φυσιολογικό ορό προλαμβάνουν τη συσσώρευση ρινικών εκκρίσεων και βοηθούν την κάθαρση των κροσσών.
Ρινικά στεροειδή
Το οίδημα του βλεννογόνου που οδηγεί σε παρεμπόδιση της φυσιολογικής ροής στους πόρους είναι σπουδαίο στην παθογένεια της χρονιάς ρινοκολπίτιδας. Τα στεροειδή αμέσως βοηθούν σε αυτό το πρόβλημα ελαττώνοντας το οίδημα του βλεννογόνου. Ανεπιθύμητες ενέργειες των στεροειδών είναι πολύ σπάνιες. Για αυτό το λόγο, τα στεροειδή συνταγογραφούνται για σχετικά μακρές περιόδους χορήγησης.
Αποσυμφορητικά
Τα αποσυμφορητικά σπρέι προκαλούν συρρίκνωση του ρινικού βλεννογόνου. Μετά από λίγες ώρες όμως το επερχόμενο οίδημα μπορεί να προκαλέσει έναν άγριο κύκλο που θα οδηγήσει σε πλήρη ρινική συμφόρηση και επακόλουθη νόσο των κόλπων.
Κλινικά ευρήματα
Σημεία και συμπτώματα
Οι ασθενείς που υποφέρουν από οξεία ρινοκολπίτιδα συχνά παραπονούνται για ρινική συμφόρηση, πρόσθια και οπισθορινική έκκριση και προσωπαλγία. Καθώς αυτά τα συμπτώματα συναντώνται και σε ιογενείς λοιμώξεις του ανώτερου αναπνευστικού συστήματος πρέπει να είναι παρόντα για περισσότερες από εφτά ημέρες ώστε να μιλήσουμε για οξεία ρινοκολπίτιδα. Έως το πρόσφατο παρελθόν η παρουσία δύο μείζονων και ενός ελάσσονος κριτηρίου ή ενός μείζονος και δύο ελασσόνων κριτηρίων είναι ενδεικτική ρινοκολπίτιδος.
Μείζονα κριτήρια
Προσωπαλγία, αίσθημα πληρότητας προσώπου, ρινική απόφραξη, πυώδεις ρινικές εκκρίσεις, διαταραχή όσφρησης, πύον στη ρινική κοιλότητα, πυρετός
Ελάσσονα κριτήρια
Κεφαλαλγία, πυρετός για χρόνια ρινοκολπίτιδα, κακοσμία στόματος, κόπωση, οδονταλγία, βήχας, αίσθημα πληρότητος ωτός ή ωταλγία
Η σύγχρονη άποψη είναι πως ρινοκολπίτιδα χαρακτηρίζουμε τη φλεγμονή της μύτης και των παραρρινίων κόλπων όπου συνυπάρχουν δύο ή περισσότερα συμπτώματα ένα εκ των οποίων πρέπει να είναι:
- αίσθημα ρινικής απόφραξης ή συμφόρησης και πρόσθιας ή οπισθορινικής καταρροής με κρίσεις
- προσωπαλγία ή αίσθημα πληρότητας του προσώπου
- μείωση όσφρησης
και επιπρόσθετα είτε να υπάρχουν χαρακτηριστικά ενδοσκοπικά ευρήματα, είτε να διαπιστώνονται οι αλλοιώσεις στην αξονική τομογραφία.
Εργαστηριακά ευρήματα
Τα εργαστηριακά ευρήματα σπάνια είναι ενισχυτικά της διάγνωσης στη ρινοκολπίτιδα. Εάν υπάρχει ερώτημα της ανοσοεπάρκειας του ασθενούς HIV και επίπεδα IgG θα πρέπει να ζητηθούν. Σπανιότερα, μπορεί να ζητηθεί εκτίμηση για σαρκοείδωση ή και νόσο Wegener (c-ANCA, p-ANCA, ANA).
Ενδοσκοπικά ευρήματα
Η ενδοσκόπηση είναι μια πολύ χρήσιμη μέθοδος στη διάγνωση της νόσου. Στην περίπτωση της οξείας νόσου βρίσκονται εκκρίσεις σχεδόν πάντα στο μέσο ρινικό πόρο. Επίσης ανατομικοί προδιαθεσικοί παράγοντες επαναλαμβανόμενων λοιμώξεων μπορεί να βρεθούν κατά την ενδοσκόπηση, που περιλαμβάνουν σκολίωση ρινικού διαφράγματος, concha bulosa και παράδοξη κλίση μέσης ρινικής κόγχης.
Απεικόνιση
Οι απλές ακτινογραφίες δεν έχουν καμία διαγνωστική αξία στη διάγνωση της νόσου, καθώς έχουν πολλά ψευδώς θετικά και ψευδώς αρνητικά αποτελέσματα. Η αξονική τομογραφία είναι η μέθοδος εκλογής για την απεικόνιση των παραρρινίων κόλπων. Παρουσιάζει εξαιρετική έκθεση και απεικόνιση του οιδήματος του βλεννογόνου, των επιπέδων αέρα και των οστικών δομών, τόσο για τη διάγνωση της ρινοκολπίτιδος, όσο και για τυχόν επερχόμενο χειρουργείο. Η μαγνητική τομογραφία εκτελείται σπάνια, καθώς υπολείπεται της αξονικής στην απεικόνιση των οστικών δόμων.
Διαφορική διάγνωση
- Ιογενής φλεγμονή – κοινό κρυολόγημα: Το πιο δύσκολο σημείο στη διάγνωση της ρινοκολπίτιδος είναι να διαφοροδιαγνωστεί από το κοινό κρυολόγημα. Η παρουσία πύου στην εξέταση μπορεί να βοηθήσει τη διάγνωση. Η λοίμωξη των κόλπων είναι περισσότερο πιθανή εάν τα συμπτώματα χειροτερεύσουν πέντε – δέκα ημέρες μετά (second sickness).
- Άλγος κροταφογναθικής διάρθρωσης: Λόγω της γειτνίασης της ανατομίας των δύο περιοχών πολλές καταστάσεις μπορεί να μιμηθούν άλγος κροταφογναθικής διάρθρωσης. Πίεση στην περιοχή της άρθρωσης, ευαισθησία και κλικ είναι πολύ χρήσιμα για την διάγνωση.
- Κεφαλαλγία – ημικρανία: Και οι δύο καταστάσεις μπορεί να μιμηθούν άλγος παραρρινίων κόλπων. Ο πόνος της ημικρανίας χαρακτηρίζεται από μονόπλευρη συνήθως κεφαλαλγία η οποία διαρκεί 4-72 ώρες. Οι κρίσεις συμβαίνουν με ή χωρίς νευρολογικά συμπτώματα όπως οπτικές ενοχλήσεις και αιμωδίες. Σημειώνουμε την παρουσία αύρας, σχετικά σύντομης διάρκειας και ανταπόκριση σε φάρμακα της ημικρανίας, όπως αλκαλοειδή, τα οποία μπορούν να βοηθήσουν στη διαφοροδιάγνωση κεφαλαλγίας και κολπίτιδος. Μετωπιαία πίεση σαν μπάντα σχετίζεται με κεφαλαλγία τάσεως η οποία χαρακτηριστικά χειροτερεύει όσο προχωρά η μέρα, ενώ ο πόνος της ρινοκολπίτιδος είναι σχετικά σταθερός. Ο πόνος στους παραρρίνιους κόλπους της δεν είναι συνήθως τόσο έντονος όσο τα συμπτώματα που σχετίζονται με αθροιστική κεφαλαλγία.
- Οδονταλγία: Ο πόνος στα δόντια μπορεί να είναι ένα αποτέλεσμα ρινοκολπίτιδος ή μπορεί να εκληφθεί ως πόνος ρινοκολπίτιδος. Ιδιαίτερα στα παιδιά, ξένα σώματα στη μύτη μπορεί να προκαλέσουν ρινοκολπίτιδα και πρέπει να αφαιρεθούν. Η τριδυμαλγία είναι σχετικά σπάνια, αλλά μπορεί να προκαλέσει παροξυσμούς κατά μήκος της κατανομής του τριδύμου νεύρου.
- Νεοπλάσματα: Τα νεοπλάσματα στην περιοχή των κόλπων είναι σπάνια, αλλά είναι απαραίτητο να αποκλειστούν. Η λήψη ενός καλού ιστορικού που αποκαλύπτει μονόπλευρη συμφόρηση και επίσταξη καθιστά απαραίτητη περαιτέρω διερεύνηση με αξονική τομογραφία και ενδοσκόπηση.
Επιπλοκές
Από τον κόγχο
Του παπυρώδες πέταλο του ηθμοειδούς οστού σχηματίζει ένα μεγάλο τμήμα του έσω τοιχώματος του οφθαλμού. Ο οφθαλμός επομένως διαχωρίζεται από τα ηθμοειδή από ένα λεπτό και πολλές φορές διάτρητο πέταλο. Λόγω του αδύναμου αυτού του φραγμού η διασπορά της φλεγμονής στον κόγχο είναι ή πιο κοινή επιπλοκή της οξείας ρινοκολπίτιδος. Επιπρόσθετα, το σύστημα φλεβών του οφθαλμού στερείται βαλβίδων και επικοινωνεί με τις φλέβες των ηθμοειδών παρέχοντας ένα μονοπάτι στη φλεγμονή να εισέλθει στον κόγχο. Οι επιπλοκές είναι:
- οίδημα βλεφάρου: καμία παρεμπόδιση κινήσεων του οφθαλμού, φυσιολογική όραση
- κυτταρίτιδα κόγχου: λοίμωξη μαλακών μορίων πίσω από το κογχικό διάφραγμα
- υποπεριοστικό απόστημα: συλλογή πύου κάτω από το περιόστεο του παπυρώδους πετάλου
- κογχικό απόστημα: συλλογή πύου στον κόγχο, περιορισμός κινήσεων του οφθαλμού, εξόφθαλμος, αλλαγή στην όραση
- θρόμβωση σηραγγώδους κόλπου: αμφοτερόπλευρη προσβολή, μηνιγγικά σημεία ενδοκράνιες επιπλοκές.
Το φλεγμονώδες οίδημα του βλεφάρου μπορεί να θεραπευθεί σε εξωτερική βάση με από του στόματος αντιβιοτικά με την προϋπόθεση ότι ο ασθενής θα μπορεί να εξετάζεται τακτικά. Η κυτταρίτιδα του κόγχου συνήθως απαντά σε αντιβιοτικά ενδοφλέβια, ενώ το υποπεριοστικό και κογχικό απόστημα απαιτούν χειρουργική διάνοιξη με ενδοσκοπική χειρουργική. Η θρόμβωση τους σηραγγώδους κόλπου είναι μια επιπλοκή απειλητική για τη ζωή του ασθενούς, έχει φτωχή πρόγνωση ακόμα και με επιθετική φαρμακευτική και χειρουργική θεραπεία.
Μηνιγγίτιδα
Η μηνιγγίτιδα συνήθως συμβαίνει από επινέμεση της φλεγμονής των ηθμοειδών ή του σφηνοειδούς κόλπου. Τα τυπικά σημεία της μηνιγγίτιδας μπορεί να εκλείπουν. Εάν υποπτευθούμε μηνιγγίτιδα πρέπει να διενεργήσουμε επείγουσα αξονική τομογραφία εγκεφάλου. Οσφυονωτιαία παρακέντηση είναι διαγνωστική και προσφέρει υλικό κατάλληλο για καλλιέργεια. Η θεραπεία περιλαμβάνει ενδοφλέβια αντιβιοτικά και χειρουργική παροχέτευση των κόλπων.
Επισκληρίδιο απόστημα
Το επισκληρίδιο απόστημα είναι μια συλλογή πύου, μεταξύ του οστού του κρανίου και της σκληράς μήνιγγος, συνήθως μετά από μετωπιαία κολπίτιδα. Η συνέχιση της φλεγμονής θα έχει ως αποτέλεσμα υποσκληρίδιο εμπύημα και τελικώς εγκεφαλικό απόστημα. Η παροχέτευση τόσο του αποστήματος, όσο και του Κόλπου που έχει φλεγμονή είναι επιτακτική και μακροπρόθεσμη χορήγηση ενδοφλέβιων αντιβιοτικών θα ακολουθήσει . Άσχετα με τη θεραπεία, η θνητότητα και η θνησιμότητα είναι πολύ υψηλές ειδικά μετά από υποσκληρίδιο επινέμεση.
Θρόμβωση σηρραγγώδους κόλπου
Σηπτικά έμβολα μπορεί να περάσουν μέσα από το σύστημα των φλεβών του οφθαλμού στο σηραγγώδη κόλπο. Αυτά μπορεί να προκαλέσουν φλεγμονή και τελικά θρόμβωση του σηραγγώδους κόλπου. Τα οφθαλμικά συμπτώματα περιλαμβάνουν πρόπτωση οφθαλμού, οφθαλμοπληγία και τύφλωση. Απαιτείται άμεση χορήγηση ενδοφλέβιας αντιβιοτικής αγωγής και επί ενδείξεων χειρουργική παροχέτευση των κόλπων.
Pott puffy tumor
Εάν η φλεγμονή περάσει από το μετωπιαίο κόλπο στο μυελό του μετωπιαίου οστού, τοπική οστεομυελίτιδα με καταστροφή του οστού θα έχει ως αποτέλεσμα οίδημα του μετώπου που κλασικά περιγράφεται ως Pott puffy tumor. Η αντιμετώπιση της επιπλοκής απαιτεί χειρουργική παροχέτευση.
Θεραπεία
Αντιβιοτικά
Τα αντιβιοτικά είναι ο ακρογωνιαίος λίθος της θεραπείας στην οξεία και χρόνια ρινοκολπίτιδα. Η αρχική θεραπεία της οξείας θα πρέπει να είναι αμοξυκιλλίνη ή αμοξυκιλλίνη με κλαβουλανικό για δέκα έως δεκατέσσερις ημέρες. Οι κεφαλοσπορίνες συχνά συνταγογραφούνται αλλά θα πρέπει γενικά να διατηρούνται για δεύτερη γραμμή. Οι μακρολίδες επίσης συχνά συνταγογραφούνται, αλλά η αντοχή σε αυτά τα φάρμακα αυξάνει ολοένα και περισσότερο. Η χρόνια ρινοκολπίτιδα συχνά περιλαμβάνει διαφορετικά παθογόνα μικρόβια και αυτό καθιστά τις περιπτώσεις περισσότερο ιδιαίτερες και τα αντιβιοτικά που χρησιμοποιούμε θα πρέπει να έχουν στο φάσμα τους και gramαρνητικούς μικροοργανισμούς.
Ρινοπλύσεις, ρινικά στεροειδή, τοπικά αντιβιοτικά
Οι ρινοπλύσεις ελαττώνουν την ξηρότητα και τις κρούστες στο ρινικό βλεννογόνο και βελτιώνουν την κάθαρση της βλέννης. Πολλοί ασθενείς αναφέρουν βελτίωση συμπτωμάτων μετά από τις ρινοπλύσεις και έτσι αυτές μπορούν να χρησιμοποιηθούν τόσο συχνά επιθυμεί ο ασθενής. Τα ρινικά στεροειδή μπορούν να χρησιμοποιηθούν επιπρόσθετα των ρινοπλύσεων και ειδικά στη χρόνια ρινοκολπίτιδα σαφώς ελαττώνουν το οίδημα του βλεννογόνου και βοηθούν το σύστημα των πόρων στην εκκαθάριση των κόλπων. Βραχυπρόθεσμα σχήματα θεραπειών με τοπικά αποσυμφορητικά μπορεί επίσης να προσφέρουν συμπτωματική ανακούφιση. Τέλος μπορούν να χορηγηθούν υποβοηθητικά και τοπικά αντιβιοτικά, όπως γενταμυκίνη.
Από του στόματος στεροειδή
Τα από του στόματος στεροειδή ελαττώνουν τη φλεγμονή του βλεννογόνου και ειδικά σε περιπτώσεις ασθενών με ρινικούς πολύποδες. Πριν από τη χορήγηση όμως αυτών των φαρμάκων πρέπει να συζητηθούν με τον ασθενή οι περιπτώσεις ανεπιθύμητων ενεργειών.
Χειρουργική θεραπεία
Η λειτουργική ενδοσκοπική χειρουργική θεραπεία βασίζεται σε μερικές παρατηρήσεις:
- Μεγάλου εύρους αντροστομίες σε μη ανατομικές θέσεις μπορεί να αποτύχουν στην κάθαρση των κόλπων,
- Το σύστημα των πόρων και κόλπων είναι ανατομικά περιορισμένο,
- Η αφαίρεση του ρινικού βλεννογόνου οδηγεί σε επιβράδυνση της επούλωσης και απώλεια φυσιολογικής λειτουργίας των κροσσών.
Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να προχωρούμε σε συντηρητικές ενδοσκοπικές τεχνικές. Βοηθός μας σε αυτή την τεχνική είναι η χρήση οργάνων που διατηρούν όσο περισσότερο βλεννογόνο και η εξαιρετική έκθεση του χειρουργικού πεδίου με τη χρήση μοντέρνων ενδοσκοπίων. Επίσης, στην κλινική πράξη χρησιμοποιείται το σύστημα νευροπλοήγησης (navigator) το οποίο βοηθά στην ταυτόχρονη εντόπιση σημείων κατά τη διάρκεια μιας ενδοσκοπικής επέμβασης, σε σχέση με την αξονική τομογραφία και την παθολογία που αυτή έχει αποκαλύψει. Η χρήση αυτού του συστήματος είναι ιδιαζούσης σημασίας για την εκτέλεση μιας άρτιας επέμβασης χωρίς ο χειρουργός να παραλείψει οποιαδήποτε παθολογία. Ο ασθενής μετά την αφύπνιση οδηγείται στο δωμάτιο χωρίς πωματισμό. Το ίδιο απόγευμα τις επέμβασης προχωρεί σε ρινοπλύσεις. Το επόμενο πρωινό εξέρχεται με οδηγίες από την κλινική για αντιβιοτική αγωγή μιας εβδομάδας, ρινοπλύσεις και τοποθέτηση ειδικής κρέμας στους ρώθωνες.