Γιατί μπορεί να ματώνει η μύτη μου;
Τα αίτια ρινορραγίας μπορεί να είναι εντοπισμένα ή συστηματικά. Οι εντοπισμένες αιτίες (πίνακας 1) περιλαμβάνουν την υπεραιμία του ρινικού βλεννογόνου λόγω οξείας φλεγμονής, αλλεργιών και περιβαλλοντικές συνθήκες που πιθανόν δημιουργούν ξηρότητα του βλεννογόνου με αποτέλεσμα την ευθραυστότητα των ενδορρινικών αγγείων. Οι συστηματικές ρινορραγίες μπορεί να οφείλονται σε παθήσεις γενετικές ή ακόμα και επίκτητες ανωμαλίες του ρινικού διαφράγματος, όπως ρινικές άκανθες ή συνέχειες. Τέλος, η ρινορραγία μπορεί να οφείλεται σε διάτρηση διαφράγματος το οποίο με τη σειρά του έχει πολλές αιτίες. Κυρίως, προκαλείται από νέκρωση του χόνδρου μετά από διαφραγματικό απόστημα, αυτοάνοση νόσο ή ακόμα και προηγούμενη ρινορραγία. Η επίσταξη μπορεί να είναι σύμπτωμα μιας υποβόσκουσας πάθησης, όπως της νόσου Osler, ενδοκρινοπαθειών και λοιμωδών νοσημάτων.
Διάγνωση
Η ρινορραγία απαιτεί ταυτόχρονη και συντονισμένη διαγνωστική και θεραπευτική ενέργεια. Ο αλγόριθμος αντιμετώπισης αναλύεται στον πίνακα 2. Η διάγνωση ξεκινά με τον προσδιορισμό της αρτηριακής πίεσης του αίματος και σε ελάχιστες περιπτώσεις τον καθορισμό της αιμοσφαιρίνης. Θα πρέπει να αποκλειστεί η πιθανότητα διαταραχών πήξης με τον προσδιορισμό του αριθμού των αιμοπεταλίων, τον μερικό χρόνο θρομβοπλαστίνης και θρομβίνης.
Για να προσδιοριστεί το σημείο της αιμορραγίας γίνεται ενδοσκόπηση ρινός μετά από αποσυμφόρηση και τοπική αναισθησία. Στις περισσότερες περιπτώσεις το σημείο της αιμορραγίας βρίσκεται στην περιοχή του Kiesselbach (Εικ.1). Σε ορισμένες όμως είναι δύσκολο να εντοπιστεί το σημείο της αιμορραγίας. Ιδίως η διάγνωση γίνεται δυσκολότερη όταν η αιμορραγία είναι έντονη και από το οπίσθιο τμήμα της ρινικής κοιλότητας.
Πως αντιμετωπίζεται η ρινορραγία;
Πριν από τον καθορισμό της αιτίας πρέπει να μειωθεί η ένταση της αιμορραγίας. Εάν η αιμορραγία είναι σοβαρή καλό είναι να τοποθετείται μια φλεβική γραμμή στον ασθενή για την πιθανή χορήγηση φαρμάκων ή αίματος. Η αιμορραγία από την κηλίδα Kiesselbach μπορεί να ελεγχθεί εύκολα με τοπική καυτηρίαση του αγγείου με νιτρικό άργυρο.
Σε σοβαρές ρινορραγίες τοποθετούνται στη ρινική κοιλότητα αποστειρωμένες γάζες εμποτισμένες με ειδική αλοιφή. Αυτό γίνεται με σκοπό τον περιορισμό της ροής του αίματος.
Για την πρόσθια ή και την οπίσθια ρινορραγία υπάρχουν και εναλλακτικοί τρόποι αντιμετώπισης της αιμορραγίας, όπως η εισαγωγή καθετήρα διπλού αυλού. Στην άκρη του ενός από τους δύο αυλούς υπάρχει ένα μπαλόνι που διογκώνεται με τη χρήση νερού και δημιουργεί τοπική συμπίεση στην ρινική κοιλότητα. Στην κοιλότητα της μύτης δεν θα πρέπει να παραμένει για περισσότερο από 2 – 3 ημέρες διότι μπορεί να προκαλέσει μη αναστρέψιμη νέκρωση ιστών. Μετά τη χρήση του συστήνεται να διατηρείται η επί μακρόν περιποίηση του ρινικού βλεννογόνου.
Χειρουργική αποκατάσταση υποτροπιάζουσας ρινορραγίας
Οι βασικές ενδείξεις για χειρουργική αποκατάσταση είναι η ενδοσκοπική απολίνωση της σφηνουπερωίου αρτηρίας, οι αλλαγές στο ρινικό διάφραγμα και οι ρινικές διατρήσεις. Απολίνωση του αγγείου που αιμορραγεί γίνεται ως τελευταία λύση. Το σημείο της αιμορραγίας πρέπει να προσδιορίζεται με μεγάλη ακρίβεια διότι υπάρχουν πολλά αγγεία που διέρχονται από την περιοχή. Η επέμβαση γίνεται ενδοσκοπικά, το αγγείο ανευρίσκεται και παρασκευάζεται, ενώ στη συνέχεια καυτηριάζεται ή απολινώνεται με χρήση clips. Σπάνια, απαιτείται χειρουργικός ευθειασμός ή κλείσιμο της διάτρησης του ρινικού διαφράγματος (εικ.3). Σε ασθενείς που πάσχουν από αγγειακές μεταβολές, όπως η νόσος Osler μπορεί να δοκιμαστεί ο καυτηριασμός με χειρουργικό λέιζερ. Εάν και αυτή η θεραπεία δεν αντιμετωπίσει τη ρινορραγία εκτελείται δερμοπλαστική κατά Saunders. Αυτή γίνεται με μεταμόσχευση δέρματος.